Τετάρτη

ΣΥΝΟΛΑ, ΠΟΙΗΣΗ, 1978



1EA

Ακίνητη η κοιλιά
του ανοιχτού ορίζοντα
χωνεύει τα δικά της

Ξανά
και
ξανά

χρωματιστές μαχαιριές μπήγονται βαθιά στο γκρίζο απομεσήμερο


Ανεβο
κατεβαίνει
κανείς,
τη σκάλα
την ισόπλευρη
ισορροπώντας
και σιωπώντας επίσης
- αν είναι τυχερός -
στη χώρα ανάμεσα
και στη μη χώρα
κάτι σαν όγκος
από συμπυκνωμένα σύννεφα
με σχήμα όχι οριστικό ή μέγεθος

Ασταθής και Απρόσιτος θα έλεγαν πολλοί
Ασυμβίβαστος άλλοι
βιαστικοί επίσης

Πα
πυρωμένες - πυρωμένες φούχτες
τιναγμένες ψηλά

Δάχτυλα λυγισμένα κολλημένα σφιχτά
Άλλα μισάνοιχτα δισταχτικά
ζαχαρωμένα -πέταλα
του ίδιου μίσχου

Μνημεία αστέγαστα
στων καιρών τα ρεύματα
Ό,τι απόμεινε ακριβό
για το χορό των κεραυνών

Κι ο γιος της γης μπορεί καπνό μπορεί σκοτάδι να δολώσει
τη φωτιά ν αναδείξει να ταΐσει τη φωτιά
πα
πυρωμένα –
πυρωμένα
ξύλα
θυσία
αναίμακτη
στο όχι φως


2ΕΑ

Μακριά Κοντά Μακριά
Κοντά Μακριά Κοντά

Πτυσσόμενο πέρασμα

η γλώσσα
η μορφή
η έλξη
η απώθηση

Πραγμάτων οχήματα
και όντων σχήματα


Μακριά Κοντά Μακριά

Πραγμάτων ονόματα
και όντων ονόματα

Κοντά Μακριά Κοντά

Πέρασμα πτυσσόμενο
όπως τραπέζι
ή κρεβάτι για στενό χώρο

Γύρω - γύρω
οι σκληροπρόσωποι σημαδεμένοι
σφίγγοντας το στυλό τους έκτο δάχτυλο
δαχτυλίδι στολίδι φορώντας στο δάχτυλο το μικρό

σε μια έκταση με πόρτες
πόρτες γερές και παράθυρα
ΠΕΡΙΓΡΑΦΟΥΝ
ΚΑΤΑΓΡΑΦΟΥΝ
ΥΠΟΓΡΑΦΟΥΝ
τα σχήματα

τις σχέσεις

ΜΕΛΑΝΩΝΟΥΝ
ΜΕΓΑΛΩΝΟΥΝ εκατοστό το εκατοστό
τα σχήματα
τις σχέσεις

Μακριά Κοντά Μακριά
Κοντά Μακριά Κοντά




Ο άνθρωπος με το πάνινο καπέλο
άνθρωπος καθ όλα
Και το ζώο με σηκωμένα αυτιά
ζώο καθ όλα

Πορεία έντασης για καθημερινές ή αργίες
καθ όλα ευπρεπείς
Με τον τοίχο μπροστά ψηλό η χαμηλό
μα πάντα τοίχο
ή αντανάκλαση σκέψης αδιαπέραστης

Ο άνθρωπος με το πάνινο καπέλο
άνθρωπος καθ όλα
Και το ζώο με σηκωμένα αυτιά
ζώο καθ όλα
λιχνίζουν το βήμα λιγοστό
καθαρό
κάτι λίγο σα στάση


Λουλούδια — Αντικείμενα - Παραστάσεις
γνώριμες στο κενό
γλιστρούν και διαλύονται ίδιες και όχι
θίασος καλός καλόπιστος πιστός
π ακούει και δεν
ν ανασαίνει ο κόσμος


3ΕΑ

Και συ
υπνοβάτης
στο στενό πεζούλι της ταράτσας
α κ ρ ο β α τ ε ί ς στη χώρα ανάμεσα
και τη μη χώρα
με χέρια αλύγιστα πάνω απ το χάος
και μάτια ανοιχτά
αληθινός και όχι μα ωραίος αληθινά ωραίος
έτσι αποκλεισμένος στο δικό σου το βήμα
σαν κομμένος από όγκο σκιών που περίσσευες
α κ ρ ο β α τ ε ί ς

Κι είναι φορές
που μιλάς για άβυσσο
σε άσφαλτη γλώσσα


Και φορές
που ζωγραφίζεις σιωπές
στα περιθώρια των συζητήσεων

Κι είναι φορές
που η φλόγα του κεριού
προβάλει τις πλευρές σου
διαδοχικά
στον άσπρο τοίχο

Σε σύρματα απλωμένη
πότε η μια
κι η άλλη
απειλή διογκωμένη

Φορές που σκιές επί (Χ) σταλαγματιές στο νερό
απλώνονται μέσα στο ρίγος


4ΕΑ

Αόριστες στο μέλλον υποσχέσεις
ακροπατούν ζυγιασμένες σε διαψεύσεις
σκληρές στην αφή

Λιώνουν οι άκριες των δαχτύλων από πάλι κάψιμο
όλο και πιο μικρές διαγράφοντας τροχιές
Κι ο που περνάς
αφήνεσαι στο στέγνωμα των μαντηλιών
στις πλαγιές σκιών που αναπτύσσονται γρήγορα
ή στη βατή λεπτομέρεια της βυθισμένης γιορτής
που βούλιαζες μαλακά ο που ποθούσες
ο που ποθούσα βούλιαζα μαλακά
στων ανοιχτών πόρων τα στόματα
αντέχοντας
γνωστών σχημάτων τη μεταλλαγή
σωριάζοντας δοκιμασμένη γνώση
γι αντίσταση στη μαγνητική έλξη

Πα
πυρωμένα - πυρωμένα δάχτυλα
το πυρωμένο άρμα τίναξαν ψηλά
Πα
Πυρωμένη- πυρωμένη ερώτηση
πύρινη γλώσσα στροβιλίζεται
ερευνά
διασπάται
κι επιστρέφει
σα στιγμή χωνεμένης γεύσης επιστρέφει
σαν ηχώ

5ΕΑ

Αρχικά μπερδεύεις τους θεατές στην αποβίβαση
στο χάραγμα που κατοικούν της πυκνής καμπύλης
Ύστερα ξέρεις


Ύστερα
πού πολύχρωμα επίπεδα πετρωμένης μορφής
προβάλλονται σε ταινία ασπρόμαυρη
Ξέρεις

Φυτά αργοσαλεύουν κρυφογελώντας σε γλώσσα άγνωστη

Ποιος θα μιλήσει στη δική μας;




Παιδιαρίζουν τα κτίσματα τ αγάλματα παίζοντας
κι εμείς τα κινούμενα σχέδια νυν και αεί
γέννημα θρέμμα του πλανήτη της γης
- SΑΥ CΗΕΕSΕ
- CHEESE

Οι προφήτες γύρισαν απ τ άλλο το πλευρό
ποιος θα μιλήσει στη δική μας;

Οι τελευταίοι μάρτυρες άφησαν την πόρτα ανοιχτή

Ύστερα ξέρεις

6ΕΑ

Οι ακίνητοι μαστοί του ανοιχτού ορίζοντα ταΐζουν τα δικά τους
Οι χρωματιστές μαχαιριές αποτελείωσαν το γκρίζο απομεσήμερο
Μπερδεμένα λόγια ανακατεύονται στο σκοτάδι

Δε σ ακούω
Δε σ ακούω



1ΕΒ
Μόνιμα καθιστός ο απλώς πέτρα σταθμός

και ίδιος
μόνιμα σκοπός ή απλώς θέμα

μόνιμα φτωχός

αν κι ένας - καθένας περαστικός κάτι αφήνει
μόνιμα στόχος

όταν τα σύνολα με δόνησης παλμούς
ανεβαίνουν τη μέρα

Κι όπως το λάθος γεγονός τρικλίζει χαχανίζοντας
με το φουστάνι σηκωμένο για τον μελλούμενο εραστή,
υπάρχει ρυθμός κοινός γι ασφάλεια
των που έγιναν πριν από σένα
και στον καιρό σου βέβαια με ή χωρίς εσένα
μα στον καιρό σου σίγουρα υπάρχει ρυθμός κοινός
υπάρχει μύθος κοινός και κοινό μυστικό
στο ρυθμό και στο μύθο


2ΕΒ

Δεν λύθηκε όχι ακόμα ο κόμπος που δέθηκε

μαρτυρία στο φως της πρώτης αυγής
Απειλή
στον ίδιο τόνο του χρέους
με ουρανό και παραλίες
σκεπασμένες μ έθνη
η απειλή
σκοτάδι νεκρόφιλο
μαρμαρώνει
τις συναγμένες αποχρώσεις της κίνησης
καθώς
συσπειρώνονται έκτακτα οι ενδείξεις της εξέλιξης
σε φόρμα ή κάτι ανάλογο

3ΕΒ


Η θάλασσά σου
η θάλασσά μου
χτυπιέται μ αφρούς
ζαλικωμένη λάθη
που απλώς κληρονόμησε

σφραγίδα στα επίσημα έγγραφα
το παλλόμενο πλήθος

Παντού
τα λάθος σύμβολα στείρα
η πορεία κι η έρημος το φορτίο

κι η πουλημένη οργή της γερής ράτσας

Η καχεκτική υπόκλιση
στο ντελικάτο έφηβο

κι ο φαλακρός πανικός
που τινάζεται τρέμοντας

η θάλασσά σου
η θάλασσά μου.

Κρατάς την καρδιά κλειστή στο ρηχό ύμνο
Για μια στιγμή
σκαρώνεις κανόνες φλύαρες αντανακλάσεις
για το χαριτωμένο έφηβο
που άγρυπνος φιλοδοξεί ένα παράπτωμα φρέσκο
Κιόλας αυξάνεσαι
σε δική σου και όχι έκταση
θολός και πυκνός
γεροντικές ταϊσμένος αρρώστιες
συλλέκτης νεκρών χαμένος στο λάθος γεγονός
που απλώς κληρονόμησες
μαζί με την πουλημένη οργή της γερής ράτσας

4ΕΒ

Έστω και μόνο της μεμβράνης η άκρη

ακριβή από αίμα
Πόσο γρήγορα στήνει όρθιες
τις πλαγιασμένες φωνές

Κι είναι ν απορείς
πόσο πλυμένος στάθηκες δουλεύοντας το χώμα
στις επικίνδυνες στροφές που πάντα μάντευες
και στις γωνίες των σκληρών υπερβολών

Κι είναι ν απορείς
πόσο πλυμένος στάθηκες
το πείσμα ορθώνοντας κοφτερό εργαλείο
την κοίτη να γυρίσεις του ποταμού

θολός και πυκνός σ ένα-καθένα άσπρο ψέμα-μαύρο ψέμα
με τη γραμμή της καρδιάς βαθύ αυλάκι
και τη γραμμή της ζωής τόσο μικρή

5ΕΒ


Χαιρέτα με

ο που λυγίζοντας
στριφογυρνάς
στην αναμμένη πίστα

χαιρέτα με





1ΕΓ

Και πια το βλέπω το κυνηγητό
των ξύλινων αλόγων
στο αξονικό

λούνα παρκ

Πολίτη

ή
όπως αλλιώς λέγεσαι
η γάγγραινα προχωρεί
και τούτο το πρωί
δεν λέει να πάρει απάνω του

ή να σβήσει βρε αδερφέ
μια κι έξω


2ΕΓ

Όχι
Ναι
Κι αυτό
Και ίσως
Και ναι
Και όχι

Σκέψεις βελάζουν
Σκέψεις αρμέγονται

Άνεμοι σκορπάνε τα περιττά
Νωθρά πατήματα ομίχλης γύρω
πάνω σε καμπύλες και ευθείες
κρεμασμένες απ τον ουρανό
να στεγνώνουν ή να βρέχονται ανάλογα

Κι αυτός ανάλογα κάθεται στη γη
προσευχή διπλωμένη στα δυο
ίδιο στραγγιγμένο ρούχο
μελλοντικός - προγενέστερος αυτός
σε σπασμένα ανάμεσα αρχαία πράματα

κάθεται στη γη ανάλογα ανάλογα
κι ανάλογα σπρώχνει
με ξύλινες χοντροφτιαγμένες
πίπες
τη ζωή

3ΕΓ

Και πια σε βλέπω
μνήμη ασβεστωμένων μεσημεριών
μνήμη πράσινου ουρανού κληματαριάς
μνήμη υφασμένης μορφής στον αργαλειό
Α και γα και πη
με κενά ενδιάμεσα

για ήχους
τυλιγμένους σε βαμπάκι

για χέρια
απλωμένα ανάμεσα ουρανού και γης

για καλοτάξιδα
οράματα ζεστών χρωμάτων

4ΕΓ

Δι
πλώνει τη σκιά του
στά δύο αυτός

Δια
κριτικά φοράει τη μάσκα του
με τη ράχη γυρισμένη ατούς καλεσμένους
από πράσινο κατεργασμένο μάρμαρο

κι ο άλλος
φοράει μακριά μαλλιά μέχρι τη μέση
με φυλλαράκια του φθινοπώρου
καρφιτσωμένα

Κατά τα άλλα σιωπηλός

Πρόσωπα βαμμένα
με σκούρα χρώματα στο ξέφωτο
γύρω από τραπέζι μετέωρο
εξακολουθούν να παίζουν χαρτιά

Στητοί
μέσα σε σπάργανα εκτυφλωτικά λευκά
οι παίκτες
παραμονεύουν την παραπέρα κίνηση
σε διαρκή αναμονή

Κανένας
βέβαια
δεν αποφάσισε να φανερωθεί

Στο παιχνίδι αυτό κανένας δεν ελευθερώνει κανέναν
κι ο ίδιος ο κρυμμένος τα φυλάει μοναχός
μέσα σε τραυλές ανταύγειες ελπίδας
μέσα στο παλιό αίμα
μέσα σε δίσκους ατμού ή ομίχλης
σε σχήματα μεταβαλλόμενα
ντυμένα κοστούμι εξόδου
από πράσινα χορτάρια
φρεσκοκομμένα
κι αρρώστια
από παλιό βραβείο
με υποτροπές απρόβλεπτες



5ΕΓ

Και πια
το βλέπω
το κίτρινο σαν πυρετό φως

θά και να και τος

με κενά ενδιάμεσα για τις χοντρές μαύρες τελείες
και για κείνα τα στόματα με τις φανερές συσπάσεις μέδουσας
συρμένης στην ακρογιαλιά

Πολίτη
ή
όπως αλλιώς λέγεσαι

η γάγγραινα προχωρεί

περιορίζονται λεπτό το λεπτό
τα περιθώρια αλλαγής των γύρω

Έτσι οι συνετοί προσαρμόζονται

Εμείς τι θα κάνουμε;

6ΕΓ

Πηγαινοέρχονταν στον αέρα
(η κούνια έτριζε πίσω μπρος)

μ αδιάκοπα τινάγματα σε ακονισμένες λέξεις
(η κούνια έτριζε πίσω μπρος)

στα λεπτά χέρια των ρολογιών
(η κούνια έτριζε πίσω μπρος)

στα φρ φρ των πήγαινε-έλα του πλήθους
(η κούνια έτριζε πίσω μπρος)


7ΕΓ

Λείπει, φώναξε,
η στάλα της βροχής, αν θες,
ή κάτι άλλο το ίδιο ουσιαστικό
(η κούνια έτριζε πίσω μπρος)

για μια διαμονή μακάρια
στο χωράφι αυτό
από ξερό σκαμμένο χώμα
ή κάτι άλλο
το ίδιο ουσιαστικό
(η κούνια έτριζε πίσω μπρος)

σημάδι ολοφάνερο επιθυμίας δυνατής
στη μνήμη των που είδαν
στη μνήμη των που άκουσαν
στη μνήμη των που τραγούδησαν
και πια δεν έχει άλλο
(η κούνια έτριζε πίσω μπρος)

από το χτύπο της βροχής, αν θες,
πάνω στο γυρισμένο προς τον ουρανό
πρόσωπο
(η κούνια έτριζε πίσω μπρος)

με τα πολύχρωμα κοχύλια ακόμα νωπά
και καλά φυλαγμένα
(η κούνια έτριζε πίσω μπρος)

με το ξάφνιασμα της ανεμώνας της θάλασσας
στα ακόμα μετέωρα δάχτυλα
(η κούνια έτριζε πίσω μπρος)

να μετρούν τις ώρες
(η κούνια έτριζε πίσω μπρος)

που η σάρκα κολλημένη
(η κούνια έτριζε πίσω μπρος)

στο βυθό
(η κούνια έτριζε πίσω μπρος)

τη γοργόνα
(η κούνια έτριζε πίσω μπρος)

ηρεμία
(η κούνια έτριζε πίσω μπρος)

παραμόνευε
(η κούνια έτριζε πίσω μπρος)

«των καλών
(η κούνια έτριζε πίσω μπρος)

κ αγαθών»
(η κούνια έτριζε πίσω μπρος)

ντο
(η κούνια έτριζε πίσω μπρος)

σι
(η κούνια έτριζε πίσω μπρος)

λα
(η κούνια έτριζε πίσω μπρος)

σολ
(η κούνια έτριζε πίσω μπρος)

Φα
(η κούνια έτριζε πίσω μπρος)

μι
(η κούνια έτριζε πίσω μπρος)

ρε
(η κούνια …

ντο

και το πρωί έσβησε
μια κι έξω

8ΕΓ

Πολίτη
ή
όπως αλλιώς λέγεσαι

το μεσημέρι μεγαλόπρεπα θα προχωρήσει
να πάρει τη θέση του

και οι συνετοί θα φορέσουν τα καλά τους για την υποδοχή

Εμείς τι θα κάνουμε;
Τα σχέδια στο βιβλίο είναι του Θανάση Τότσικα

Free Hit Counters